Συναδέλφισσες,
συνάδελφοι
Είναι κοινώς παραδεκτό
πως η Εκπαίδευση αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης και ευημερίας
μιας οργανωμένης και συγκροτημένης κρατικής οντότητας. Ως εκ τούτου οι
κυβερνήσεις ανά τον κόσμο θεωρούν ως βασικό μέλημά τους την άσκηση επαρκούς
εκπαιδευτικής πολιτικής, που, θεωρητικά τουλάχιστον, προσδίδει δυναμική στην
επίτευξη των συνολικότερων στόχων που θέτουν για την πρόοδο των χωρών τους.
Βασική προϋπόθεση
επιτυχίας είναι η ύπαρξη ενός εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού με ορίζοντα
κάποιων δεκαετιών, με το πέρας του οποίου θα πραγματοποιηθεί η αναγκαία
ανατροφοδότηση προκειμένου να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς,
η Εκπαίδευση έχει αποτελέσει, διαχρονικά, πεδίο άσκησης μικροκομματικής
πολιτικής, όπου η εφαρμοζόμενη μέθοδος είναι η γνωστή «ράβε-ξήλωνε», με τα
γνωστά σε όλους αποτελέσματα.
Στην τρέχουσα συγκυρία,
ο υπουργός αποφάσισε να διεξαγάγει τον λεγόμενο «Εθνικό Διάλογο» για τα θέματα
της εκπαίδευσης. Ο διάλογος, βέβαια, πρέπει να έχει εισήγηση-πρόταση από το
αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να είναι στις προθέσεις
της πολιτικής ηγεσίας, με κίνδυνο να υπάρξει μια ατέλειωτη έκθεση απόψεων και
ιδεών, η οποία δεν θα μπορέσει ποτέ να σχηματοποιηθεί και να γίνει κυβερνητική
πράξη.
Παρ΄όλα αυτά η ΑΚΣΥΑ
εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας εκπ/σης του συλλόγου «Γ. Σεφέρης», ανταποκρινόμενη
θετικά στο κάλεσμα του διαλόγου, παραθέτει τις δικές της θέσεις για τα ζητήματα
της εκπαίδευσης, με την ελπίδα πως θα αποτελέσουν υλικό για γόνιμο διάλογο
μεταξύ των συναδέλφων του Συλλόγου μας.
1ο
θέμα διαλόγου: Οι μόνιμοι
διορισμοί στην εκπαίδευση
Οι προτάσεις μας:
·
Κάλυψη όλων των
οργανικών κενών στην εκπαίδευση με μόνιμους διορισμούς σε
Γενική και Ειδική Αγωγή.
·
Πρόσληψη της
συντριπτικής πλειοψηφίας των αναπληρωτών σε μία φάση, 20-25 Αυγούστου, ανεξάρτητα από τον
φορέα χρηματοδότησης, για κάλυψη όλων των κενών των σχολείων, τα οποία είναι ήδη γνωστά από τον
Ιούνιο.
·
Διατήρηση δικαιώματος συμμετοχής σε επόμενη
φάση προσλήψεων αναπληρωτών του
τρέχοντος έτους, αν η άρνηση θέσης του
αναπληρωτή, έγινε σε φάση που πραγματοποιήθηκε μετά την 21ηΦεβρουαρίου. Είναι εντελώς διαφορετικό ένας
αναπληρωτής να διορίζεται σε έναν τόπο μακριά από αυτό των συμφερόντων του στην
αρχή της σχολικής χρονιάς και διαφορετικό στο τέλος, όπου οι μισθοί επί της
ουσίας δεν φτάνουν καν για τα έξοδα μετακίνησης και εγκατάστασης.
·
Αποδέσμευση της χορήγησης κανονικής άδειας από την
καταβολή της αποζημίωσης στο τέλος της σύμβασης.
·
Κανένα πάγωμα της μισθολογικής εξέλιξης μετά τα 7 έτη αναπλήρωσης.
·
Προσμέτρηση των μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων των
αναπληρωτών εκπαιδευτικών για τη μισθολογική τους κατάταξη, όπως
ακριβώς ισχύει και για τους μόνιμους εκπαιδευτικούς.
·
Καταβολή όλων των επιδομάτων στους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς.
·
Σταθερή ημερομηνία πληρωμής για όλους τους αναπληρωτές εκπαιδευτικούς.
Καμία καθυστέρηση στις πληρωμές.
·
Ενιαίο πλαίσιο αδειών για μόνιμους και αναπληρωτές εκπαιδευτικούς.
·
Απόσπαση κατά προτεραιότητα σε μόνιμο, σύζυγο
αναπληρωτή εκπαιδευτικού, στην
περιοχή που τοποθετήθηκε ο/η σύζυγος αναπληρωτής.
·
Δικαίωμα αμοιβαίων μετακινήσεων – αποσπάσεων αναπληρωτών εκπαιδευτικών, μεταξύ 25-30 Αυγούστου,
μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας του Υπουργείου και με βάση τα μόρια του καθενός.
Οι αμοιβαίες μετακινήσεις να συνεχίζονται και στις επόμενες φάσεις.
·
Δικαίωμα μετακίνησης αναπληρωτή που εκλέχτηκε
σε ΟΤΑ στον τόπο εκλογής του, όπως ισχύει και για τους μόνιμους εκπαιδευτικούς. Συνδικαλιστικά δικαιώματα στους
αναπληρωτές, όπως και στους μόνιμους.
·
Συνυπηρέτηση αναπληρωτών. Να δίνεται η δυνατότητα ο πρώτος του πίνακα να ζητά
μετακίνηση στο νομό του δεύτερου (αν υπάρχουν κενά για να μην παραβιάζεται ο
πίνακας) ή να υπάρχει η δυνατότητα ένα ζευγάρι αναπληρωτών να κάνει κοινή
δήλωση και να τοποθετούνται και οι δύο στην περιοχή πρόσληψης του δεύτερου σε
μόρια.
·
Δικαίωμα συμμετοχής
των αναπληρωτών εκπαιδευτικών σε όλα τα προγράμματα επιμόρφωσης.
·
Επανακαθορισμός μοριοδότησης σχολικών μονάδων.
·
Επικαιροποίηση καταλόγου δυσπρόσιτων σχολικών μονάδων.
·
Ηλεκτρονική υποβολή αίτησης και ηλεκτρονική
δήλωση τοποθέτησης προκειμένου να
σταματήσει η ταλαιπωρία των αναπληρωτών με τις ουρές στις Διευθύνσεις
εκπαίδευσης.
2ο θέμα διαλόγου: Ειδική Αγωγή
Ως εκπαιδευτικοί ακούμε
ή διαβάζουμε πολύ συχνά για "ίσες ευκαιρίες" στην Εκπαίδευση. Για να τις πετύχουμε
ξεκινάμε έχοντας ως βάση την παραδοχή ότι "οι μαθητές ξεκινούν από άνισες
αφετηρίες". Φτάνει όμως μόνο να
ενστερνιστούμε όλοι οι εκπαιδευτικοί αυτή την παραδοχή για να πετύχουμε τις
"ίσες ευκαιρίες" για όλους και
αν πετύχουμε τις ίσες ευκαιρίες έχουμε πάντα το προσδοκώμενο αποτέλεσμα;
Ασφαλώς όχι.
Στα σχολεία φοιτούν και μαθητές οι οποίοι δεν ξεκινούν απλά από
"άνισες αφετηρίες" παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα που δυσχεραίνουν
την εκπαίδευσή τους έτσι ώστε να χρειάζονται Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση.
Επίσης η παρεχόμενη εκπαίδευση και το προσδοκώμενο αποτέλεσμα εξαρτώνται και
από άλλους παράγοντες όπως η χρηματοδότηση, οι υλικοτεχνικές υποδομές, το θεσμικό
πλαίσιο, το Αναλυτικό Πρόγραμμα, η εκπαίδευση και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών
και τη σωστή συνεργασία όλων των εμπλεκομένων φορέων και προσώπων.
Η ΑΚΣΥΑ εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης πιστεύει πως σε
ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο κοινωνικό και εκπαιδευτικό περιβάλλον όλες οι
προτάσεις πρέπει να επαναξιολογούνται και να επικαιροποιούνται.
Ως
ΑΚΣΥΑ στο διάλογο για την Παιδεία και για την Ειδική Αγωγή προτείνουμε:
- Νέο σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο με το οποίο
η πολιτεία θα κατοχυρώνει και θα
διασφαλίζει σε όλους τους μαθητές με αναπηρία και Ειδικές
Εκπαιδευτικές Ανάγκες την
υποστήριξη ώστε να προαχθούν "σωματικά, νοητικά , συναισθηματικά,
κοινωνικά, ηθικά και αισθητικά στο βαθμό που οι δυνατότητές τους το
επιτρέπουν στο σχολικό και κοινωνικό περιβάλλον, μέσα σε κλίμα ισοτιμίας,
ελευθερίας , ασφάλειας , αλληλοαποδοχής
και σεβασμού της προσωπικότητάς τους".
- Το νέο θεσμικό πλαίσιο φυσικά
θα πρέπει να αντιμετωπίζει την Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση όχι
αποσπασματικά και αποκομμένη από την υπόλοιπη εκπαίδευση αλλά ως
αναπόσπαστο λειτουργικό μέρος της υποχρεωτικής Δημόσιας Δωρεάν Παιδείας
.
- Ένας νόμος για την Γενική και
την Ειδική Εκπαίδευση .
- Ενίσχυση του ρόλου της
Προσχολικής Ειδικής Εκπαίδευσης - μέσα από δομικές αλλαγές - ώστε να διασφαλίζεται
στο μέγιστο η πρώιμη διάγνωση και παρέμβαση.
- Αύξηση της χρηματοδότησης για
την κάλυψη όλων των λειτουργικών δαπανών των ΣΜΕΑΕ για τον εξοπλισμό τους
με την κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή.
- Μόνιμοι διορισμοί για τους
απόφοιτους των Παιδαγωγικών Τμημάτων Ειδικής Αγωγής. Διορισμός μόνο με
βάση το βασικό πτυχίο.
Υπενθυμίζουμε ότι 14 χρόνια δεν τους δόθηκε καθόλου η δυνατότητα
για μόνιμο διορισμό.
- Κάλυψη όλων των κενών
οργανικών θέσεων Εκπαιδευτικών, Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού και
Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού με προσλήψεις μόνιμου προσωπικού. Καμία
ελαστική μορφή εργασίας.
- Έγκαιρη στελέχωση των δομών
Ειδικής Αγωγής από την έναρξη του σχολικού έτους.
- Τμήμα Ένταξης σε κάθε σχολική
μονάδα. Αποσύνδεση της παράλληλης στήριξης από την ύπαρξη Τ.Ε.
- Αύξηση του αριθμού των ΚΕΔΔΥ
και στελέχωση με το απαραίτητο
μόνιμο προσωπικό .
- 4 μαθητές ανά τμήμα με
δυνατότητα και 3 μαθητών όπου υπάρχει διάγνωση αυτισμού και
πολυαναπηρία.
- Εξασφάλιση της μεταφοράς όλων
των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες δωρεάν με τα κατάλληλα
μεταφορικά μέσα και την εξασφάλιση συνοδού.
- Στις υπηρεσιακές μεταβολές ,
στις επιλογές στελεχών , διευθυντών
και προϊσταμένων να ισχύει ότι και στη Γενική Εκπαίδευση.
- Επέκταση του θεσμού των ΕΔΕΑΥ
για να καλύπτονται όλες οι σχολικές μονάδες .
- Στελέχωση των ΕΔΕΑΥ με μόνιμο Ειδικό
Εκπαιδευτικό προσωπικό. Δικαίωμα ψήφου στις συνεδριάσεις των ΕΔΕΑΥ και των
δασκάλων της Γενικής τάξης.
- Το Ειδικό Εκπαιδευτικό
Προσωπικό της ΣΜΕΑΕ να καλύπτει αποκλειστικά τις ανάγκες της σχολικής
μονάδας. Σύσταση 1 οργανικής θέσης ΕΕΠ ανά 5 ΕΔΕΑΥ.
- Περιοδική επιμόρφωση για την
ένταξη και την συμπερίληψη όλων των εκπαιδευτικών των Γενικών σχολείων και
όχι μόνο των εκπαιδευτικών ΣΜΕΕ και Τ.Ε.
- Επαναλειτουργία των
διδασκαλείων Ειδικής Αγωγής
- Κατάργηση των ΠΥΣΕΕΠ και
ΚΥΣΕΕΠ όλες οι μεταβολές από ΚΥΣΠΕ και ΠΥΣΠΕ
- Για την οργανικότητα των ΣΜΕΑΕ
να υπολογίζεται και ο αριθμός των οργανικών θέσεων ΕΕΠ.
- Το ωράριο των Διευθυντών
6θέσιων και άνω Ειδικών Σχολείων να είναι ανάλογο με των Διευθυντών
12θέσιων σχολείων Γενικής Εκπαίδευσης. Αντίστοιχη μέριμνα και για τους
Διευθυντές – Προϊσταμένους και μικρότερων Ειδικών Σχολείων.
- Μείωση διδακτικού ωραρίου των
Διευθυντών – Προϊσταμένων που το σχολείο τους είναι κέντρο υποστήριξης
ΣΔΕΥ
- Διορισμοί
του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού και του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού
ενιαία με τις ίδιες διαδικασίες με των εκπαιδευτικών.
3ο θέμα
διαλόγου: Προσχολική εκπαίδευση
Στην πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής του
Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία, ο υπουργός Νίκος Φίλης τόνισε ότι στη
σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση θα ακολουθηθεί λογική σειρά από την προσχολική ηλικία
έως την τριτοβάθμια εκπαίδευση και αναφέρθηκε στην πρόθεση του Υπουργείου να
σχεδιάσει και να θεσμοθετήσει τη δίχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση.
Οι δηλώσεις αυτές φαντάζουν ψευδεπίγραφες
και προσχηματικές, καθώς η εξαγγελία μόνο ως σύνθημα μπορεί να χαρακτηριστεί,
με δεδομένη την κατάσταση που επικρατεί. Το υποκριτικό δήθεν ενδιαφέρον δεν
πείθει πια κανέναν καθώς όλοι βιώνουν την σκληρή πραγματικότητα. Κενά στη μέση
της χρονιάς, χιλιάδες προνήπια εκτός του δημόσιου σχολείου. Η ανακοίνωση
προθέσεων χωρίς να συνοδεύονται από πόρους και υποδομές, χωρίς καν ένα
στοιχειώδη σχεδιασμό υποδηλώνει είτε ασχετοσύνη είτε "παραμύθιασμα".
Ότι από τα δύο και να συμβαίνει είναι εξίσου τραγικό.
Η ΑΚΣΥΑ εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας
εκπαίδευσης, δεν μηδενίζει ούτε διακατέχεται από τη λογική του όχι σε όλα. Παρά
το γεγονός ότι δεν πιστεύει πως στόχος του διαλόγου είναι η ουσία αλλά οι
πρόσκαιρες εντυπώσεις, όπως έχει γίνει στους περισσότερους τομείς, δίνει το
παρόν στη δημόσια διαδικασία διαλόγου.
Για την προσχολική εκπαίδευση έχουμε προτάσεις, τις οποίες
καταθέτουμε:
·
Κάλυψη όλων των οργανικών κενών με
μόνιμους διορισμούς νηπιαγωγών.
·
Κατάλληλος, έγκαιρος και ουσιαστικός
προγραμματισμός για την εφαρμογή της δίχρονης υποχρεωτικής
εκπαίδευσης(κτηριακές και υλικοτεχνικές υποδομές, διορισμοί νηπιαγωγών).
·
Επίλυση των κτηριακών προβλημάτων και
σχεδιασμός δημιουργίας πολυθέσιων νηπιαγωγείων, στεγασμένων σε πολυδύναμα και
πολυτροπικά περιβάλλοντα, τα οποία αποτελούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την αποτελεσματική εφαρμογή
του προγράμματος της προσχολικής
εκπαίδευσης, έτσι όπως προκύπτει από το φιλοσοφικό πλαίσιο που τη διέπει.
·
Εφαρμογή της Θεσμοθέτησης του ωραρίου
των νηπιαγωγών. Να εφαρμοστεί το ωράριο που ισχύει και στα δημοτικά σχολεία και
ορίζεται από τον νόμο 1566/1985.
·
Αλλαγή της οργανικότητας των
νηπιαγωγείων με εφαρμογή του νόμου που έχει ψηφιστεί για τα πολυθέσια
νηπιαγωγεία.
·
Στα ολοήμερα νηπιαγωγεία να συνδεθεί η
οργανικότητα με την λειτουργικότητα αυτών, εφόσον αυτή παραμένει αμετάβλητη επί
μια πενταετία (π.χ. αν ένα νηπιαγωγείο λειτουργεί για πέντε συνεχή χρόνια ως
ολοήμερο, τότε να δίνεται ακόμη μία οργανική θέση για κάθε ολοήμερο τμήμα).
·
Σε κάθε πολυθέσιο νηπιαγωγείο να
τοποθετείται οργανικά και μία νηπιαγωγός ειδικής αγωγής, η οποία θα λειτουργεί
υποστηρικτικά για τους μαθητές και για όλους τους συντελεστές της εκπαιδευτικής
διαδικασίας.
·
Δημιουργία νέων τμημάτων ένταξης, όπου υπάρχουν
καταγεγραμμένες ανάγκες και στήριξη των τμημάτων ένταξης και παράλληλης
στήριξης, με κατάλληλα εκπαιδευμένους
νηπιαγωγούς.
·
Διορισμός ειδικού εκπαιδευτικού
προσωπικού (ψυχολόγοι, λογοθεραπευτές, δάσκαλοι μητρικής γλώσσας) για την
στήριξη των νηπιαγωγών και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που υπάρχουν στα
νηπιαγωγεία.
·
Διορισμός μόνιμου βοηθητικού προσωπικού
(καθαρίστριες και τραπεζοκόμοι).
·
Να εφαρμοστεί ουσιαστικά ο νόμος Ν
3518/2006 που αφορά την υποχρεωτική φοίτηση των νηπίων, με υποχρεωτική βεβαίωση
φοίτησης για την εγγραφή στο Δημοτικό σχολείο.
·
Μοριοδότηση των νηπιαγωγείων ανάλογα με
τα μόρια που έχει και το όμορο δημοτικό σχολείο.
·
Σε κάθε νηπιαγωγείο, να τηρείται για την
αίθουσα διδασκαλίας, η προβλεπόμενη από τη διεθνή βιβλιογραφία αναλογία 5 τετραγωνικών
μέτρων ανά μαθητή.
·
Δυνατότητα επιμόρφωσης των νηπιαγωγών
στις νέες τεχνολογίες σε όλους τους νομούς.
·
Συνεχής, δια βίου επιμόρφωση, βασισμένη
στις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των
εκπαιδευτικών, με στόχο την ενδυνάμωση του σύγχρονου εκπαιδευτικού τους ρόλου.
·
Να ενισχυθεί το ολοήμερο νηπιαγωγείο με
την υπεράσπιση του ωραρίου του. Οι πρόωρες αποχωρήσεις είναι αντίθετες στη
φιλοσοφία του προγράμματος.
·
Δημιουργία κατάλληλου νομοθετικού
πλαισίου που θα εξασφαλίζει την ασφαλή μεταφορά των παιδιών του νηπιαγωγείου,
όπου χρειάζεται.
·
Θεσμοθέτηση των προγραμμάτων μετάβασης
στην εκπαίδευση προκειμένου να ενισχυθεί ο ενιαίος χαρακτήρας αυτής.
4ο θέμα διαλόγου: Η επιμόρφωση των
εκπαιδευτικών
Η
επιμορφωτική πολιτική όπως αναπτύχτηκε και διαμορφώθηκε την τελευταία
εικοσαετία εκτιμούμε ότι υπήρξε πενιχρή ως προς την χρηματοδότηση, επιφανειακή,
αποσπασματική, ασυνεχής, γραφειοκρατική, ομοιόμορφη και τυποποιημένη, ενταγμένη
σε ένα οργανωτικό σχεδιασμό εξυπηρέτησης της διοικητικής ιεραρχίας, συνολικά
ευκαιριακή με στόχο να υπηρετεί συγκεκριμένες κατευθύνσεις.
Ο
τρόπος διαμόρφωσης και το περιεχόμενο αυτής της επιμορφωτικής πολιτικής έχει
οριστικά κλείσει τον κύκλο της. Απαιτούνται μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις και
μέτρα συνολικής αλλαγής της φυσιογνωμίας και του χαρακτήρα της επιμορφωτικής
πολιτικής έτσι ώστε άμεσα να προκύψουν και τα ανάλογα αποτελέσματα.
Βασικές
αρχές και στόχοι μιας νέας επιμορφωτικής πολιτικής
Η
επιμόρφωση:
·
είναι αναπόσπαστο ουσιαστικό μέρος του
επαγγελματικού έργου του εκπαιδευτικού
·
δεν είναι στατική και ομοιόμορφη, αλλά
δυναμική, πολύμορφη, πολυποίκιλη για να προσαρμόζεται στις εκάστοτε ανάγκες
·
πρέπει να ξεκινάει από το Σχολείο, να
εξυπηρετεί το Σχολείο και τους λειτουργούς του και να επιστρέφει σε αυτό με
σκοπό να γίνει καλύτερο
·
ο απώτερος σκοπός της έχει ως κατεύθυνση το μετασχηματισμό του
σχολείου
·
αποτελεί δικαίωμα του εκπαιδευτικού και
όχι παραχώρηση της πολιτείας
·
δεν πρέπει να εξυπηρετεί ιδιωτικά
συμφέροντα και να αφορά λίγους και προνομιούχους και κυρίως να μην μετατρέπεται
σε αντικείμενο εμπορευματοποίησης
·
είναι μια συνεχής διαδικασία η οποία
παρακολουθεί τον εκπαιδευτικό σε όλη τη σταδιοδρομία του και δεν ταυτίζεται
απλώς με την κάλυψη ενδεχόμενων κενών στη βασική εκπαίδευσή του
·
πρέπει να απαντά στις εσωτερικές
διεργασίες και προβληματισμούς του κάθε εκπαιδευτικού, στις ανάγκες του για
περαιτέρω εξέλιξη, έρευνα και αναζήτηση στην επαγγελματική, κοινωνική και
προσωπική του ζωή
Ειδικότερες προτάσεις
·
Αναβάθμιση και ποιοτική οργάνωση
επιμορφωτικών θεσμών όπως τα ΠΕΚ που να διαθέτουν οικονομική αυτοτέλεια,
αυτοδυναμία και ευελιξία, με εξακτίνωση στις έδρες κάθε Νομού ή Εκπαιδευτικής
Περιφέρειας
·
Δυνατότητα υλοποίησης επιμορφωτικών
προγραμμάτων σε επίπεδο σχολικής μονάδας και διαμόρφωση πλαισίου και κινήτρων
για την υλοποίηση αυτών των προγραμμάτων
·
Ειδική χρηματοδότηση σχολικών μονάδων
για την κάλυψη αναγκών ενδοσχολικής επιμόρφωσης
·
Θεσμοθέτηση περιοδικής επιμόρφωσης η
οποία να γίνεται τρεις φορές κατά τη διάρκεια της συνολικής επαγγελματικής
σταδιοδρομίας του εκπαιδευτικού με απαλλαγή από τα διδακτικά του καθήκοντα. Η
χρονική της διάρκεια είναι δυνατόν να καθορίζεται και να προσαρμόζεται στις
ιδιαίτερες οικονομικές και εκπαιδευτικές συνθήκες (τετράμηνη, εξάμηνη, ετήσια
κλπ.)
·
Οργάνωση επιμορφωτικών προγραμμάτων με
εξειδικευμένο χαρακτήρα, με την επιστημονική ευθύνη υλοποίησης από τα Παιδαγωγικά
Τμήματα και τις Παιδαγωγικές Σχολές των Α.Ε.Ι.
·
Επιμορφωτικές δυνατότητες που να
καλύπτουν το σύνολο των εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης χωρίς
διακρίσεις και εξαιρέσεις. Ενεργοποίηση στην κατεύθυνση αυτή των Σχολών της
βασικής εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών που υπηρετούν στην Πρωτοβάθμια
Εκπαίδευση, όπως τα Τμήματα Μουσικών Σπουδών, ΤΕΕΦΑ, Θεατρικής Αγωγής,
Πληροφορικής, Καλών Τεχνών, Ξενόγλωσσων Τμημάτων (με δυνατότητα υλοποίησης
προγραμμάτων σύγχρονης και ασύγχρονης καθώς και εξ’ αποστάσεως προγράμματα
εκπαίδευσης)
·
Εισαγωγική Επιμόρφωση νεοδιόριστων
εκπαιδευτικών που να επιδιώκει τον προσανατολισμό τους στην σχολική πράξη και
πραγματικότητα, στην οργάνωση σχολικής ζωής, στη λειτουργία του σχολείου και
των παραγόντων που το συλλειτουργούν. Τα προγράμματα εισαγωγικής επιμόρφωσης θα
αρχίζουν και θα ολοκληρώνονται κατά το πρώτο έτος του διορισμού τους και θα
περιλαμβάνουν τρεις φάσεις: στην αρχή του σχολικού έτους με εισαγωγικές
κατευθύνσεις, στο μέσον της σχολικής χρονιάς με ανατροφοδότηση και στη λήξη του
σχολικού έτους όπου θα κατατίθενται για ανάλυση και προβληματισμό οι εμπειρίες
που αποκτήθηκαν.
·
Υλοποίηση ειδικών επιμορφωτικών
προγραμμάτων για την κάλυψη των επιμορφωτικών αναγκών των εκπαιδευτικών που
αναλαμβάνουν θέσεις ευθύνης, όχι μόνο κατά την έναρξη των καθηκόντων τους αλλά
και περιοδικά σε όλη τη διάρκεια της θητείας τους (διευθυντές σχολείων,
υποδιευθυντές, υπεύθυνοι περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, πολιτιστικών θεμάτων,
αγωγής υγείας, κ.λ.π.)
5ο θέμα
διαλόγου: Μετεκπαίδευση των εκπαιδευτικών
Το ζήτημα της μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών
βρίσκεται στο επίκεντρο του εκπαιδευτικού προβληματισμού, των αγώνων και των
διεκδικήσεων του εκπαιδευτικού κινήματος από την ίδρυση της Διδασκαλικής
Ομοσπονδίας το 1922.
Με τον Ν.2327/95 με τον οποίον τα Διδασκαλεία
εντάχθηκαν στα Πανεπιστήμια διαμορφώθηκε μια νέα φιλοσοφία για την
μετεκπαίδευση που έδωσε ουσιαστική έμφαση στη βελτίωση του έργου του
εκπαιδευτικού και στην αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου.
Η παραπάνω θεσμική αλλαγή στην φυσιογνωμία του
θεσμού της μετεκπαίδευσης έγινε δεκτή από το σύνολο της εκπαιδευτικής
κοινότητας με ιδιαίτερη ικανοποίηση για τους ακόλουθους λόγους:
·
Αποτελούσε θετική υπέρβαση με την έννοια
της απαγκίστρωσης του θεσμού από τον κρατικό έλεγχο
·
Έδωσε τη δυνατότητα σε ορισμένες
κατηγορίες εκπαιδευτικών (δασκάλους και
νηπιαγωγούς) να φοιτήσουν στα Διδασκαλεία και κυρίως στους
εκπαιδευτικούς που κατοικούσαν εκτός της περιοχής της Αττικής.
·
Παρείχε σαφή ισοτιμία των διπλωμάτων
μετεκπαίδευσης με τους πτυχιούχους Παιδαγωγικών Τμημάτων εξασφαλίζοντας συνάμα
το δικαίωμα για μεταπτυχιακές σπουδές σε πλήθος εκπαιδευτικών που δεν είχαν
μέχρι τότε τη δυνατότητα.
·
Ενισχύθηκε με νομοθετική διάταξη ο
δημοκρατικός χαρακτήρας της διοίκησης των Διδασκαλείων μέσω της κατοχύρωσης της ισότιμης συμμετοχής των
μετεκπαιδευόμενων στο διοικητικό συμβούλιο και στην γενική συνέλευση ειδικής σύνθεσης η οποία είχε
σκοπό τη συλλογική αντιμετώπιση όλων των θεμάτων.
Η
απόφαση του Υπουργείου Παιδείας στις αρχές του 2011 να προχωρήσει στην
κατάργηση του θεσμού της μετεκπαίδευσης έχει καταγραφεί ως μαύρη σελίδα στην
ιστορία του θεσμού και οι ευθύνες για όσους συνετέλεσαν σ’ αυτήν την απόφαση
ακόμα και μέχρι σήμερα, όχι μόνον δεν έχουν αναληφθεί αλλά προκλητικά και
απαράδεκτα επιχειρείται να νομιμοποιηθεί ως πράξη επιβεβλημένη εξ’ αιτίας της
δήθεν κρίσης του θεσμού και της κατασυκοφάντησής του από διοικητικούς
αξιωματούχους της συγκεκριμένης περιόδου.
Με
βάση όλων των παραπάνω και με δεδομένη την αναγκαιότητα επαναλειτουργίας του θεσμού,
διατυπώνουμε ως παράταξη μια σειρά από προτάσεις, θέσεις και προβληματισμούς,
για το ζήτημα της μετεκπαίδευσης λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες της
κοινωνικοπολιτικής και εκπαιδευτικής συγκυρίας που διανύουμε.
Σκοπός
της μετεκπαίδευσης
Η μετεκπαίδευση οφείλει να συμβάλλει στην καλλιέργεια της
αναστοχαστικής στάσης του εκπαιδευτικού απέναντι στον πολυδιάστατο χαρακτήρα
της διαρκώς μεταβαλλόμενης κοινωνίας, στη διερεύνηση της ικανότητάς του να
αξιοποιεί τις νέες επιστημονικές γνώσεις στην κατάκτηση δεξιοτήτων για την
επιλογή αποτελεσματικών λύσεων απαντήσεων στις προκλήσεις που η σύνθετη
σχολικής πραγματικότητα προβάλλει.
Προτάσεις
·
Επανίδρυση των Διδασκαλείων σε κάθε
Παιδαγωγικό Τμήμα Προσχολικής και Δημοτικής Εκπαίδευσης
·
Διαμόρφωση διατμηματικής δομής των
Διδασκαλείων και ανάπτυξη επιστημονικής συνεργασίας με τις σχολές των ΤΕΕΦΑ,
Ξενόγλωσσων τμημάτων, τμημάτων Πληροφορικής, Θεατρικής Αγωγής, Σχολής Καλών
Τεχνών κλπ. ώστε να υπάρχει δυνατότητα να φοιτούν στα Διδασκαλεία μεγαλύτερος αριθμός εκπαιδευτικών
και κυρίως εκείνων που προέρχονται από
ειδικότητες εκτός ΠΕ70(δάσκαλοι) και ΠΕ60(νηπιαγωγοί) .
·
Αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών έτσι
ώστε να ενισχυθεί έμπρακτα η επιζητούμενη διασύνδεση της μετεκπαίδευσης με τη
ζωντανή κοινωνική πραγματικότητα του σχολείου και της σχολικής τάξης.
·
Το περιεχόμενο του προγράμματος σπουδών
να περιλαμβάνει έναν κορμό βασικών μαθημάτων που θα χαρακτηρίζονται από τη
διάχυση μαθημάτων γενικής και ειδικής αγωγής και την ύπαρξη ικανού αριθμού
επιλεγόμενων μαθημάτων σε κατευθύνσεις ή κύκλους σπουδών έτσι ώστε ο κάθε
μετεκπαιδευόμενος να διαμορφώνει το δικό του πρόγραμμα στο πλαίσιο μιας
γενικότερης κοινής δομής.
·
Θα πρέπει να δίδεται έμφαση στην
ανάπτυξη έρευνας-δράσης, μια και έχει μεγαλύτερη αξία η γνώση των τρόπων πρόσβασης
στη γνώση κι όχι η κατανάλωση «καθιερωμένων» γνώσεων.
·
Ανάθεση στα Διδασκαλία και δυνατότητα
υλοποίησης με ειδική χρηματοδότηση, βραχύχρονων προγραμμάτων εξειδικευμένης,
θεματικής και στοχευμένης επιμόρφωσης, που θα είναι προσαρμοσμένα στις ανάγκες
των εκπαιδευτικών (ειδική αγωγή, νέες τεχνολογίες, οργάνωση και διοίκηση της
εκπαίδευσης, διαπολιτισμική παιδαγωγική, εκπαίδευση ελληνοπαίδων εξωτερικού με
συμμετοχή και εκπαιδευτικών που θα προέρχονται από την ομογένεια,
συμβουλευτικής γονέων και ψυχολογικής υποστήριξης μαθητών, εκπαιδευτικών
καινοτομιών, έρευνας και μεθοδολογίας).
Συμπερασματικά, τονίζουμε την ανάγκη να επανιδρυθεί και
να αποκατασταθεί ο δημόσιος ακαδημαϊκός χαρακτήρας της μετεκπαίδευσης των
εκπαιδευτικών γιατί πιστεύουμε ότι τα Διδασκαλεία συνιστούν μια σημαντική δομή
για τη διαρκή επιμόρφωση και τη διά βίου εκπαίδευση που πρέπει να αξιοποιηθεί
αποτελεσματικά για να επιφέρουμε ουσιαστικές και μακροχρόνιες αλλαγές στην
εκπαίδευση, συμβάλλοντας στη δημιουργία ενός σχολείου που θα προωθεί καινοτόμες
δράσεις, που θα καλλιεργεί τον κριτικό λόγο και θα αναπτύσσει την παιδαγωγική
αυτονομία του εκπαιδευτικού.
6ο θέμα
διαλόγου: Διαπολιτισμική εκπαίδευση
Η Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του ’90
εξ’ αιτίας των κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων στην περιοχή του βαλκανικού χώρου,
της Εγγύς και Μέσης Ανατολής, καθώς και των πολιτικών ανακατατάξεων στην
ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης έγινε χώρα εισροής χιλιάδων μεταναστών
γεγονός που είχε ως συνέπεια από χώρα εξαγωγής μεταναστών να γίνει χώρα
υποδοχής.
Μπροστά
στη νέα πραγματικότητα που δημιούργησε η αυξανόμενη δυναμική του φαινομένου της
μετανάστευσης στο χώρο της εκπαίδευσης, το Υπουργείο Παιδείας από το 1996 και
στο εξής προχώρησε στην κατοχύρωση και ανάπτυξη της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης
με βάση σχετικούς νόμους και υπουργικές αποφάσεις.
Το πλαίσιο για την εκπαιδευτική πολιτική της
διαπολιτισμικής εκπαίδευσης αποτελεί ο Νόμος 2413/96 με βάση τον οποίον
ιδρύθηκαν 26 σχολεία διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και προσδιορίστηκε ο σκοπός
και το περιεχόμενο της λειτουργίας τους. Ο νόμος αυτός όμως στην πραγματικότητα
έμεινε ανενεργός γι’ αυτό ακριβώς τα σχολεία αυτά αφέθηκαν στην τύχη τους.
Ταυτόχρονα, όλη αυτήν την περίοδο,
θεσμοθετήθηκαν οι τάξεις υποδοχής, τα φροντιστηριακά τμήματα και εφαρμόστηκαν
ποικίλα προγράμματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης πιλοτικού χαρακτήρα με κονδύλια
του Β΄ και Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και φορείς υλοποίησης τα
Πανεπιστήμια Αθηνών και Ιωαννίνων. Οι δράσεις των παραπάνω προγραμμάτων είχαν παρεμβατικό χαρακτήρα και
πρακτικό προσανατολισμό και αφορούσαν την παραγωγή ειδικού εκπαιδευτικού
υλικού, την επιμόρφωση δασκάλων και την τοποθέτηση στα σχολεία μας δίγλωσσων
ωρομίσθιων εκπαιδευτικών.
Τα προγράμματα αυτά όμως δεν είχαν συνέχεια
αλλά και η πολιτική του Υπουργείου Παιδείας στα θέματα της διαπολιτισμικής
εκπαίδευσης κινήθηκε σε αποσπασματικό επίπεδο και συχνά αντιφατικό και
ανακόλουθο με αποτέλεσμα οι αρχικές προσδοκίες για την ποιοτική ανάπτυξη της
διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στη χώρα μας να μην ευοδωθούν και τα προβλήματα στο
χώρο αυτό να ενταθούν.
Οφείλουμε πάντως να παραδεχτούμε ότι η
διαπολιτισμική εκπαίδευση που γεννήθηκε από την ανάγκη εξεύρεσης λύσης στα
πολλά εκπαιδευτικά προβλήματα και γενικότερα στα προβλήματα κοινωνικοποίησης
των παιδιών των μετακινούμενων πληθυσμών, που στην συντριπτική πλειοψηφία τους
προέρχονται από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, δεν πρέπει να εξαντλείται σε
συγκεκριμένα θεσμικά εκπαιδευτικά μέτρα, αλλά πρέπει να διαπερνά όλη τη σχολική
ζωή. Γι’ αυτό το λόγο είναι αναγκαίες οι θεσμικές αλλαγές στο περιεχόμενο της
λειτουργίας του σχολείου έτσι ώστε να προκύπτουν πολιτισμικές συνθέσεις που να
δίνουν τη δυνατότητα στο μαθητή να ανταποκρίνεται στα νέα δεδομένα μιας
πολυπολιτισμικής κοινωνίας.
Συμπεράσματα-Προτάσεις
Για να ανταποκριθούν τα διαπολιτισμικά σχολεία
στον πολυεπίπεδο ρόλο τους απαιτούνται μια σειρά μέτρα όπως:
·
Άμεση ενεργοποίηση του νόμου για την
διαπολιτισμική εκπαίδευση που αφορούν στην εφαρμογή ειδικών αναλυτικών
προγραμμάτων, την προσθήκη εναλλακτικών μαθημάτων και τον μικρό αριθμό μαθητών
ανά τμήμα.
·
Λειτουργία ειδικών επιμορφωτικών
προγραμμάτων για θέματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης. Η διαμόρφωση θετικών
στάσεων στους εκπαιδευτικούς προϋποθέτει και την κατάλληλη ενημέρωση,
ευαισθητοποίηση και επιμόρφωσή τους σε άλλες κουλτούρες και άλλους τρόπους ζωής.
·
Σύνδεση του σχολείου με επιστημονικό
φορέα για συμβουλευτική καθοδήγηση. Ορισμός ενός Σχολικού Συμβούλου με εμπειρία
σε θέματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης ανά Περιφέρεια Εκπαίδευσης για το
συντονισμό και την καθοδήγηση του εκπαιδευτικού έργου.
·
Απαραίτητη η ψυχοκοινωνική στήριξη των
μαθητών και των οικογενειών τους. Τοποθέτηση συνεργατών που θα συνδέουν την
οικογένεια με το σχολείο και θα μεσολαβούν για την επίλυση προβλημάτων που
προκύπτουν.
·
Τοποθέτηση δίγλωσσων εκπαιδευτικών.
·
Διάχυση της πολυπολιτισμικότητας μέσα
από τα κείμενα της λογοτεχνικής ανθολογίας, της μουσικής της αισθητικής αγωγής,
του παραμυθιού. Δυνατότητα εναλλακτικής διδασκαλίας τους στο σχολικό πρόγραμμα.
·
Επιλογή βιβλίων και παραγωγή
εκπαιδευτικού υλικού που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες και θα έχουν αφετηρία
το μορφωτικό κεφάλαιο των μαθητών.
·
Δημιουργία κέντρου πληροφόρησης με τη
μορφή εξειδικευμένων βιβλιοθηκών για μαθητές και εκπαιδευτικούς, καθώς και τη
δημιουργία ιστοσελίδων για άντληση πληροφοριών.
·
Εφαρμογή καινοτόμων δραστηριοτήτων μέσα
από τις περιοχές των προγραμμάτων αγωγής υγείας, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης
και των δράσεων των ευρωπαϊκών προγραμμάτων Erasmus+.
·
Συνεργασία με υπηρεσίες υγείας, κοινωνικές
υπηρεσίες και κοινωνικούς λειτουργούς.
·
Συνεργασία με την επόμενη βαθμίδα
εκπαίδευσης στην οποία προωθούνται οι μαθητές για παρακολούθηση της φοίτησής
τους.
·
Τοποθέτηση ειδικών συνεργατών που θα
συνδέουν την οικογένεια με το σχολείο και θα παρέχουν κάθε μορφής υποστήριξη
(ψυχοκοινωνική, μεταφραστική, επικοινωνιακή κλπ)
·
Να δοθούν κίνητρα για τη συνεχή
συνεργασία των διαπολιτισμικών σχολείων με τα παιδαγωγικά τμήματα των
Πανεπιστημίων, πάνω σε εξειδικευμένα προγράμματα του τομέα της διαπολιτισμικής
αγωγής.
·
Συνεργασία των σχολείων σε τακτικό
επίπεδο μέσα από πανελλαδικές συναντήσεις για ανατροφοδότηση και ανταλλαγή
εμπειριών.
·
Οργάνωση επιμορφωτικών σεμιναρίων που θα
απευθύνονται σε μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς για να τονιστεί η δυνατότητα
συνύπαρξης ατόμων με διαφορετικά πολιτικά χαρακτηριστικά.
Ανάλογες παρεμβάσεις απαιτούνται και σε
σχολικές μονάδες στις οποίες φοιτά υψηλό ποσοστό αλλοδαπών μαθητών προκειμένου
να γίνει πιο αποτελεσματική η ενσωμάτωση αυτών των μαθητών στο εκπαιδευτικό
γίγνεσθαι της χώρας μας. Επίσης είναι απαραίτητη η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση
θεμάτων που συνδέονται με τον τρόπο λειτουργίας των τάξεων υποδοχής και των
φροντιστηριακών τμημάτων.
7ο θέμα
διαλόγου: Εκπαιδευτική αποκέντρωση και διοικητική αυτοτέλεια των σχολικών
μονάδων
Το εκπαιδευτικό μοντέλο που επικράτησε για
αρκετές δεκαετίες στη χώρα μας συνοψίστηκε κυρίαρχα στη ρήση «Το Υπουργείο
Παιδείας αποφασίζει και τα σχολεία υλοποιούν».
Υπήρξαν ασφαλώς όλα αυτά τα χρόνια και
προσπάθειες να δρομολογηθεί η διαδικασία αποσυγκέντρωσης του εκπαιδευτικού μας
συστήματος, μέσω θεσμοθέτησης οργάνων και υπηρεσιών για την άσκηση
συγκεκριμένων αρμοδιοτήτων σε περιφερειακό επίπεδο (Περιφερειακές Διευθύνσεις
Εκπαίδευσης, Παιδαγωγικές Υποστηρικτικές Υπηρεσίες κλπ).
Την ίδια περίοδο σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες
προωθήθηκαν αλλαγές στην εσωτερική οργάνωση και διοίκηση του σχολείου που είχαν
προσανατολισμό την παιδαγωγική και διοικητική αυτοτέλεια του σχολείου,
αναθέτοντας στις σχολικές μονάδες τη σημαντική ευθύνη και τον καταλυτικό ρόλο,
σε συνεργασία και με τις τοπικές κοινωνίες και φορείς (Τοπική Αυτοδιοίκηση), να
αποφασίζουν και να αντιμετωπίζουν από κοινού θέματα και προβλήματα που αφορούν
τη λειτουργία του σχολείου.
Ιδιαίτερα στη δεκαετία του 1990 μετά την
ψήφιση και του Β’ βαθμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης, και κάτω από την πίεση
εξωτερικών οργανισμών στη δεκαετία του 2000 με την ένταξη μας στην ΟΝΕ, το
ζήτημα της αποκέντρωσης του εκπαιδευτικού συστήματος στη χώρα μας τέθηκε στο
επίκεντρο του εκπαιδευτικού και πολιτικού προβληματισμού αλλά και αντιπαλότητας
που οξύνθηκε εξαιτίας του ρεύματος του κρατισμού που στάθηκε εμπόδιο να
αναπτυχτεί ένας ουσιαστικός διάλογος για το παραπάνω ζήτημα. Αυτό είχε ως
αποτέλεσμα να ενισχυθεί ο συγκεντρωτικός και γραφειοκρατικός χαρακτήρας του σχολείου και να περιοριστούν
σημαντικά οι δυνατότητες εσωτερικής ευελιξίας, αυτορρύθμισης, ανάπτυξης
αυτενέργειας και καινοτομιών, διαμορφώνοντας ένα απόλυτα ομοιόμορφο προφίλ
λειτουργίας για όλα τα ελληνικά σχολεία.
Ο απόλυτος συγκεντρωτισμός για τα θέματα της
οργάνωσης του σχολείου ως αντίληψη έχει ολοκληρώσει τον κύκλο του, ευθύνεται
για μια σειρά δυσλειτουργιών και προβλημάτων και χρήζει ριζικής
αναθεώρησης έτσι ώστε να επιδιώκει την
ενίσχυση του ρόλου της τοπικής κοινωνίας και των εκπαιδευτικών φορέων που
εμπλέκονται στη λειτουργία του σχολείου.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος για την
αποκέντρωση της εκπαίδευσης. Υπάρχουν όμως διαφορετικές προσεγγίσεις σε σχέση
με το πώς αντιλαμβάνεται καθένας (Υπουργείο Παιδείας, κόμματα, Ο.Τ.Α.) τον όρο
αποκέντρωση. Ο κλάδος μας στις αποφάσεις του ορίζει τα εξής: «Ως αποκέντρωση
του εκπαιδευτικού συστήματος νοείται η αποκέντρωση πρωτοβουλιών, δραστηριοτήτων
και αρμοδιοτήτων, που στόχο έχουν να αναδείξουν τη δυναμογόνο δράση του
σχολείου ως ζωντανού οργανισμού, ανοιχτού στην κοινωνία, τον άνθρωπο, τη ζωή,
και ικανού να αναβαθμίσει με τη δυναμική του την πολύπλευρη ανάπτυξη της
τοπικής και ευρύτερης κοινωνίας και, συγχρόνως, να προσφέρει στην ίδια την
κοινωνία πολίτες ελεύθερους, υπεύθυνους, δημοκρατικούς, κριτικά σκεπτόμενους
και κοινωνικά συμμέτοχους.»
Το να λειτουργήσει – τουλάχιστον
γραφειοκρατικά – ένα διοικητικό πυραμιδικό σύστημα, ίσως, είναι εύκολο. Το
δύσκολο είναι να φτάσει η αποκέντρωση στο ίδιο το σχολείο. Να ανοίξει το
σχολείο στην κοινωνία και η κοινωνία να πλησιάσει το σχολείο. Καμιά καινοτομία
δεν μπορεί να πετύχει αν επιβληθεί από τα πάνω αν δεν την αποδεχτούν οι
εκπαιδευτικοί, οι μαθητές, οι γονείς. Θα πρέπει, λοιπόν, να διαμορφωθούν
πολιτικές για την εκπαίδευση που θα είναι αποτέλεσμα διεργασιών κοινωνικής
διαβούλευσης και όχι κεντρικά και από τα πάνω σχεδιασμένων όπως συμβαίνει
σήμερα. Η διαβούλευση και οι σχετικές αποφάσεις με προσανατολισμό τη διοικητική
αυτοτέλεια της σχολικής μονάδας και την εκπαιδευτική αποκέντρωση πρέπει να
περιλαμβάνουν θεματικές περιοχές που να αφορούν:
·
Τον καθορισμό μέρους των προγραμμάτων
σπουδών σε ότι αφορά την τοπική διάσταση (τοπική ιστορία, μαθήματα συνδεδεμένα
με ιδιαιτερότητες του τοπικού φυσικού περιβάλλοντος ή της τοπικής παραγωγικής
βάσης)
·
Την επιλογή των διδακτικών εγχειριδίων
και των κατάλληλων παιδαγωγικών προσεγγίσεων
·
Τη λήψη αποφάσεων για θέματα
προγραμματισμού του εκπαιδευτικού έργου.
·
Την οργάνωση της σχολικής ζωής και τη
μετατροπή του σχολείου σε τοπικό πολυδύναμο κέντρο γνώσης
·
Τη σύνδεση του σχολείου με την τοπική
κοινωνία και τις ανάγκες της και την ευαισθητοποίηση μέσω της οργάνωσης
ποικίλων εκδηλώσεων για τα προβλήματα που την απασχολούν.
·
Την αποκέντρωση σε περιφερειακό επίπεδο
και τη λειτουργία τμημάτων και τομέων ερευνητικών κέντρων και παιδαγωγικών
υποστηρικτικών θεσμών (ΠΕΚ, Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής κλπ.
·
Την ανάδειξη του συλλόγου διδασκόντων ως
βασικού οργάνου παιδαγωγικής - εκπαιδευτικής δραστηριότητας, έκφραση της
συλλογικότητας και της συμμετοχικής λειτουργίας του σχολείου. Στην προώθηση και
υλοποίηση όλων αυτών, θα βοηθήσει σημαντικά η συμμετοχή των τοπικών
εκπαιδευτικών φορέων, των ειδικών σε θέματα επιστημονικών παιδαγωγικών
προσεγγίσεων και μελετητών ειδικών θεμάτων.
·
Την παιδαγωγική αυτονομία στον
προγραμματισμό και στην οργάνωση της σχολικής ζωής.
·
Την επαρκή, σταθερή και ορθολογική
διαχείριση πόρων για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της σχολικής
μονάδας και ανάπτυξη δυνατότητας υλοποίησης εκπαιδευτικών προγραμμάτων που να
συνδέονται με τις τοπικές ανάγκες
·
Τη διαρκή συμβολή των εκπαιδευτικών στη
διαμόρφωση προτάσεων για θέματα αναλυτικών προγραμμάτων και αξιολόγησης
σχολικών εγχειριδίων, προβολή και στήριξης καινοτομιών καθώς και ενθάρρυνση για
δράσεις που καταξιώνουν κοινωνικά τον εκπαιδευτικό (εκδηλώσεις αλληλεγγύης γα
ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, εθελοντισμός, αντιρατσιστική εκπαίδευση,
οικολογική, περιβαλλοντική δραστηριοποίηση κλπ.
·
Τη θεσμοθέτηση περιφερειακών επιτροπών
παιδείας
·
Την καθιέρωση εκπαιδευτικών συνεδρίων σε
επίπεδο σχολικής μονάδας και εκπαιδευτικής περιφέρειας με περιεχόμενο που θα
έχει σχέση με τη διδακτική πράξη στο σχολείο (παιδαγωγικά συνέδρια) και θα
δίνουν τη δυνατότητα στους εκπαιδευτικούς να ανταλλάσσουν εμπειρίες και ασφαλώς
να αλληλοτροφοδοτούν την καθημερινή μάθηση στο σχολείο
Σαφέστατα τοποθετούμαστε υπέρ της αποκέντρωσης
αρμοδιοτήτων προς την περιφέρεια και κυρίως προς τη σχολική μονάδα και την
εκπαιδευτική κοινότητα. Η αποκέντρωση, σε καμιά περίπτωση, δεν θα πρέπει να
θίγει τον ενιαίο Δημόσιο και Δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης και δεν μπορεί να
σημαίνει την υπαγωγή των σχολείων στους Οργανισμούς Τοπικής και Περιφερειακής
Αυτοδιοίκησης.
2ο θέμα
διαλόγου:
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου